- ἐφοράω
- ἐφορ-άω, [dialect] Ion.[ per.] 3sg. ἐπορᾶ, inf. ἐπορᾶν, Hdt.1.10, 3.53: [dialect] Aeol. [tense] pres. part. ἐπόρεις (ἐφορεῖς cod.) Lyr.Adesp. 61: [tense] impf. ἐφεώρων, [dialect] Ion. [ per.] 3sg.A
ἐπώρα Hdt.1.48
: [tense] fut.ἐπόψομαι Od.19.260
, A.Ag.1642, etc.: [tense] aor. 1ἐπόψατο Pi.Fr.88.6
(but ἐπεῖδον (q.v.) generally used as [tense] aor. 1):—[voice] Pass., [dialect] Dor. [tense] aor. 1 inf.ἐποφθῆμεν Diotog.
ap.Stob.4.1.96: (ἐπιόψομαι (q.v.), ἐπιώψατο are from a difft. root):— oversee, observe, of the sun,πάντ' ἐφορᾷς καὶ πάντ' ἐπακούεις Il.3.277
, cf. Od.11.109, S.El.824 (lyr.);ὁπόσας ἐφορᾷ φέγγος ἀελίου E.Hipp. 849
(lyr., codd.); of the gods, watch over, visit,Ζεὺς . . ὅς τε καὶ ἄλλους ἀνθρώπους ἐφορᾷ Od.13.214
;θεοὶ . . ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐφορῶντες 17.487
;Ζεὺς πάντων ἐφορᾷ τέλος Sol.13.17
;σὲ γὰρ θεοὶ ἐπορῶσι Hdt.1.124
;Ζεὺς ὃς ἐφορᾷ πάντα S.El.175
(lyr.);Δίκην πάντα τὰ τῶν ἀνθρώπων ἐφορᾶν D.25.11
(later c. gen.,χώρα ἧς ὁ Ἥλιος ἐφορᾷ UPZ14.30
(ii B. C.), etc.);λιμὸς μαλθακόν σφ' ἐπόψεται A.Ag.1642
; of men,τὰ πρήγματα ἐπορᾶν τε καὶ διέπειν Hdt.3.53
; [τὰς πόλεις] Eup. 290;πάντ' ἐφορῶν καὶ διοικῶν D.3.34
;οὐ ῥᾴδιον ἐφορᾶν πολλὰ τὸν ἕνα Arist.Pol.1287b8
; ἀρχὴ ἐφορῶσα περὶ τὰ συμβόλαια ib.1321b13; of a general going his rounds, Th.6.67, X.Cyr.5.3.59; visit the wounded, αὐτόπτης ἐ. ib.5.4.18; δαῖτα ἐποψόμενος attend it, Pi.O.8.52 (s. v.l.):— [voice] Pass., of insane persons,δοκοῦσιν ὑπό τινων μειζόνων ἐφορᾶσθαι δυνάμεων Paul.Aeg.3.14
.2 look upon, behold,ἐποψόμενος Τιτυόν Od.7.324
; ἕκαστα τῶν συγγραμμάτων inspect them, Hdt.1.48: freq. c. part.,ἐπόψεαι . . φεύγοντας Il.14.145
;κτεινομένους μνηστῆρας Od.20.233
;ἐπορᾷ μιν ἐξιόντα Hdt.1.10
;ἐ. τοὺς φίλους εὐδαίμονας γενομένους X. Cyr.8.7.7
, etc.; cf. ἐπεῖδον: esp. of evils.ἐποψόμενος Κακοΐλιον Od. 19.260
, al.;Ἀγαμέμνονός σέ φημ' ἐπόψεσθαι μόρον A.Ag.1246
;τὰ μέλλοντ' οὐδεὶς ἐ. S.Tr.1270
(anap.), cf. Ar.Th.1048 (lyr.):—[voice] Pass., ὅσον ἐφεω ρᾶτο τῆς νήσου as much of it as was in view, Th.3.104.3 Astrol., = ἐπιβλέπω 111, Cat.Cod.Astr.1.126.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.